- ἑβδομηκοντοῦτις
- ἑβδομηκοντούτηςseventy years oldfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
εβδομηκοντούτης — ο και θηλ. ούτις, η (AM ἑβδομηκοντούτης, ο και θηλ. ἑβδομηκοντοῡτις, η) αυτός που έχει ηλικία εβδομήντα χρόνων, εβδομηντάρης … Dictionary of Greek